Γραφείο:
1) Μητροπολίτου Ιωσήφ 17, Καλαμαριά,τηλ. 2311283455

2) Σουρωτή Θεσσαλονίκης, τηλ. 23960-24529
κιν. 6936007863
email: jkaitsis@gmail.com

ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΜΕΝΟΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΟΣ ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΗΣ (Α.Μ. 127)
ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΕΣ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΕΙΣ-ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗΣ ΑΠΟΔΟΣΗΣ ΚΤΙΡΙΩΝ.

ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΤΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΜΑΣ

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΔΙΑΧΕΙΡΗΣΗ







ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ

Η ενεργειακή επιθεώρηση είναι μία συστηματική διαδικασία με στόχο την εξοικονόμηση ενέργειας, που έχει εφαρμογή τόσο στον κτιριακό τομέα όσο και στη βιομηχανία και αφορά όλες τις ενεργειακές τεχνολογίες.

Με τον όρο ενεργειακή επιθεώρηση ορίζεται η διαδικασία εκτίμησης των πραγματικών καταναλώσεων ενέργειας σε ένα ενεργειακό σύστημα, των παραγόντων που τις επηρεάζουν καθώς και των δυνατοτήτων εξοικονόμησης ενέργειας.

Η ενεργειακή επιθεώρηση απάντά στα ακόλουθα τέσσερα ερωτήματα:

Πόση ενέργεια από κάθε διαθέσιμο είδος χρησιμοποιείται και πόσο κοστίζει;

Για ποιο σκοπό χρησιμοποιείται η ενέργεια αυτή;

Τι επιλογές υπάρχουν (και πόσο κοστίζουν) αυτές, για να μειωθεί η χρήση της ενέργειας;

Ποια είναι τα οικονομικώς αποδοτικότερα μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας;

Με τη διενέργεια μιας ενεργειακής επιθεώρησης σχηματίζεται σαφής εικόνα για την κατάσταση στην οποία βρίσκεται το κτίριο από ενεργειακής άποψης και προτείνονται συγκεκριμένα μέτρα, από την υλοποίηση των οποίων θα προκύψει σημαντική εξοικονόμηση ενέργειας και αντίστοιχο οικονομικό όφελος.

Ο τρόπος σύμφωνα με τον οποία πρέπει να διενεργούνται οι Ενεργειακές Επιθεωρήσεις, καθορίζεται με την Απόφαση Δ6/Β/οικ. 11038, ΦΕΚ 1526/Β/27.07.1999 «Διαδικασίες, απαιτήσεις και κατευθύνσεις για τη διεξαγωγή ενεργειακών επιθεωρήσεων».

Πιο συγκεκριμένα, μία ενεργειακή επιθεώρηση περιλαμβάνει τα εξής:

καταγραφή των ενεργειακών καταναλώσεων και των χαρακτηριστικών τους


εκτέλεση κατάλληλου προγράμματος μετρήσεων σημαντικών ενεργειακών και άλλων μεγεθών


επεξεργασία των αποτελεσμάτων των μετρήσεων


προσδιορισμό συγκεκριμένων μέτρων εξοικονόμησης ενέργειας, με βάση την ανωτέρω ενεργειακή ανάλυση

Οι ενεργειακές επιθεωρήσεις χωρίζονται στις παρακάτω δύο κύριες κατηγορίες:

Συνοπτική ενεργειακή επιθεώρηση: Είναι η ενεργειακή επιθεώρηση που εντοπίζει όλες τις επεμβάσεις εξοικονόμησης ενέργειας πρώτης προτεραιότητας και άμεσης απόδοσης και οριοθετεί τις επεμβάσεις εκείνες, οι οποίες κατ' αρχήν ικανοποιούν τα κριτήρια του φορέα για χρηματοδότηση επενδύσεων, καθώς και εκείνες οι οποίες χρήζουν αναλυτικής τεκμηρίωσης στα πλαίσια της εκτενούς ενεργειακής επιθεώρησης. Η συνοπτική επιθεώρηση βασίζεται σε παρελθόντα στοιχεία και δεδομένα, όπως είναι οι λογαριασμοί κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος και προμήθειας καυσίμων, το μέγεθος και το είδος του κτιρίου, τα στοιχεία διαθεσιμότητα των ενεργειακών συστημάτων κλπ. Αυτού του είδους η επιθεώρηση βασίζεται σε υπολογισμούς και δεν περιλαμβάνει κανενός είδους επιτόπιο έλεγχο.

Εκτενής ενεργειακή επιθεώρηση:

Είναι η ενεργειακή επιθεώρηση που συνήθως έπεται της συνοπτικής ενεργειακής επιθεώρησης και όπου, εκτός από τα ενεργειακά στοιχεία, χρειάζονται και μετρήσεις, προκειμένου να καταρτιστούν τα ενεργειακά ισοζύγια στις ενεργοβόρες εγκαταστάσεις. Η εκτενής επιθεώρηση βασίζεται σε επιτόπιους ελέγχους και ακριβείς καταγραφές των συνθηκών και των ενεργειακών καταναλώσεων. Με τον τρόπο αυτό προσδιορίζονται επεμβάσεις μεσοπρόθεσμης και μακροπρόθεσμης απόδοσης.

Το ΚΑΠΕ έχει διενεργήσει σημαντικό αριθμό ενεργειακών επιθεωρήσεων σε κτίρια του τριτογενή και του βιομηχανικού τομέα, καθώς διαθέτει τον απαιτούμενο σύγχρονο εξοπλισμό και τα απαραίτητα όργανα, αλλά και έμπειρο ανθρώπινο δυναμικό. Ενδεικτικά αναφέρονται οι ενεργειακές επιθεωρήσεις στις βιομηχανίες CHIPITA, BINGO, LAMAPLAST, ΤΙΤΑΝ, στο κτίριο του Μετοχικού Ταμείου Στρατού, στα κτίρια του Ηλιακού Χωριού, σε 25 Δημόσια κτίρια κλπ

Ενεργειακή παρακολούθηση & θέσπιση ενεργειακών στόχων
(Monitoring & Targeting)
 
Η παρακολούθηση της λειτουργίας των ενεργειακών συστημάτων των κτιρίων αποτελεί ουσιαστική διαδικασία για την αποδοτική χρήση της ενέργειας. Με την ενεργειακή παρακολούθηση οργανώνεται, καταγράφεται και εξετάζεται η χρήση της ενέργειας σε ολόκληρο το κτίριο, χωρίζοντας τα ενεργειακά δεδομένα ανάλογα με την χρήση και την πηγή της ενέργειας.

Επίσης επιτρέπει το διαρκή έλεγχο του πόση ενέργεια καταναλώνεται πού και για ποιο σκοπό, και βοηθά τον ενεργειακό διαχειριστή να γνωρίζει διαρκώς την κατάσταση των ενεργειακών συστημάτων του κτιρίου. Για το σκοπό αυτό χρησιμοποιούνται διάφοροι δείκτες, π.χ. ο λόγος της ενέργειας που καταναλώνεται σε ένα κτίριο προς τον όγκο ή την επιφάνειά του ο οποίος πέρα από την ενεργειακή παρακολούθηση του κτιρίου χρησιμοποιείται και για την ενεργειακή του κατάταξη.

Η Ενεργειακή Παρακολούθηση (monitoring) είναι η διαδικασία της συνεχούς ή τακτικής, χρονικά δομημένης καταμέτρησης της ενεργειακής συμπεριφοράς ενός κτιρίου ή συγκροτήματος κτιρίων πριν και κυρίως μετά την εφαρμογή μίας ή περισσοτέρων δυνατοτήτων εξοικονόμησης ενέργειας στο κέλυφος και στις ενεργειακές κτιριακές εγκαταστάσεις. Συνεπώς αποτελεί το μέσο εκτίμησης της αποδοτικότητας των σχετικών επεμβάσεων εξοικονόμησης ενέργειας, συγκρίνοντας την ενεργειακή συμπεριφορά του κτιρίου μετά την εφαρμογή τους , με εκείνη που είχε αυτό πριν από την εφαρμογή τους.

Η Θέσπιση Ενεργειακών Στόχων (targeting) αποτελεί επέκταση της Ενεργειακής Παρακολούθησης. Είναι μία διαδικασία που αφορά α) στην επισταμένη εξέταση της παρακολουθούμενης χρήσης ενέργειας ανά περίοδο (ημέρα, εβδομάδα, μήνα) και β) στη βελτιστοποίηση αυτής της χρήσης με βάση συγκεκριμένους ενεργειακούς στόχυος. Η διαδικασία αυτή, μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως κίνητρο, για τους χρήστες του κτιρίου, να εφαρμόσουν μέτρα νοικοκυρέματος της ενεργειακής χρήσης.

Συντήρηση κτιρίου και εγκαταστάσεων
 
Για την εξασφάλιση της βέλτιστης ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων και για τη μείωση των προβλημάτων, που συνήθως δημιουργούνται με το χρόνο και τη χρήση των συστημάτων, απαιτείται η τακτική συντήρηση του κτιρίου και των συστημάτων του.

Τα ενεργειακά συστήματα που δεν συντηρούνται σωστά καταναλώνουν μεγαλύτερα ποσά ενέργειας για να επιτύχουν τα ίδια επίπεδα άνεσης. Η προληπτική συντήρηση διατηρεί χαμηλά το κόστος λειτουργίας, ενώ ταυτόχρονα βελτιώνεται η ποιότητα των υπηρεσιών, καθώς τα συστήματα αποδίδουν καλύτερα και μειώνονται οι ώρες μη λειτουργίας τους λόγω βλαβών. Για παράδειγμα, η κακή συντήρηση ενός λέβητα μπορεί να μειώσει την αποδοτικότητά του περισσότερο από 10%.

Η περιοδική συντήρηση του εξοπλισμού πρέπει να εκτελείται σύμφωνα με κάποιο προκαθορισμένο πρόγραμμα. Έτσι μπορεί να προλαμβάνεται η μη αποδοτική λειτουργία, αντί να χρειαστεί να επιδιορθωθεί. Πρέπει να ακολουθούνται κάθε φορά οι οδηγίες του κατασκευαστή, καθώς είναι πολύ πιθανό οι ανάγκες σε συντήρηση να αλλάζουν σημαντικά μεταξύ διαφορετικών συστημάτων.

Μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας
 
Η ενεργειακή διαχείριση μπορεί να επιτευχθεί τεχνικά κατ’ αρχήν μέσω επεμβάσεων λειτουργικού εξορθολογισμού μέσω:

της βελτιστοποίησης των εκκινήσεων και των διακοπών λειτουργίας του εξοπλισμού,

 
της διακοπής λειτουργίας του εξοπλισμού στις χρονικές περιόδους χαμηλής ζήτησης και, κατά συνέπεια, χαμηλής απόδοσης,

 
της κλιμακωτής εκκίνησης του εξοπλισμού, έτσι ώστε να αποφεύγονται οι αιχμές,

 
του καθορισμού του σημείου λειτουργίας σύμφωνα με άλλα στοιχεία (χρονοδιάγραμμα, απασχόληση, εξωτερική θερμοκρασία),

 
της μείωσης των αιχμών κατανάλωσης με την επιλεκτική διακοπή της λειτουργίας των συστημάτων σε περιόδους που υπερβαίνεται το μέγιστο επίπεδο.

Υπάρχουν διάφορα επίπεδα στα ενεργειακά οφέλη που μπορούν να επιτευχθούν ανάλογα με τις υπάρχουσες εγκαταστάσεις και το ύψος των διαθέσιμων επενδύσεων. Μπορούν να εξεταστούν τόσο χαμηλού ή και μηδενικού κόστους μέτρα όσο και μέτρα με κάποιο σημαντικό κόστος επένδυσης, για τα οποία απαιτείται η πληρέστερη οικονομική ανάλυσή τους πριν εφαρμοσθούν. Ενδεικτικά:

Μέτρα χαμηλού ή μηδενικού αρχικού κόστους

Διακοπή λειτουργίας των συστημάτων θέρμανσης, ψύξης, φωτισμού όταν δεν είναι απαραίτητα.

Κινητοποίηση των ενοίκων για αποδοτική χρήση της ενέργειας (αυτό μπορεί να απαιτεί εκπαίδευση για τη βελτίωση του επιπέδου ενημέρωσης τους).

Μέτρα που περιλαμβάνουν κάποιο επίπεδο αρχικής επένδυσης

Εισαγωγή συστημάτων ελέγχου – κεντρικά συστήματα θέρμανσης, σύστημα κεντρικής ενεργειακής διαχείρισης.

Βελτιώσεις στο κτίριο ή σε θέματα σχεδιασμού κάποιου νέου κτιρίου.

Βελτιώσεις στο φωτισμό.

Χρήση συστημάτων Συμπαραγωγής Ηλεκτρισμού και Θερμότητας.
Βελτίωση στον κλιματισμό / εξαερισμό

Εισαγωγή συστημάτων εκμετάλλευσης της ηλιακής ενέργειας

Όταν εξετάζονται μέτρα αυτού του είδους, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι ακόλουθοι παράγοντες:

Τα ενεργειακά και περιβαλλοντικά οφέλη που θα επιτευχθούν.

Η επένδυση κεφαλαίου που απαιτείται και ο χρόνος για να αποσβεσθεί.

Το επίπεδο ενόχλησης που θα προσκληθεί αρχικά και τα θέματα συντήρησης.

Το απαιτούμενο επίπεδο των τεχνικών γνώσεων.

Όταν εντοπισθούν πιθανές δυνατότητες εξοικονόμησης ενέργειας, θα πρέπει να καταστρωθεί και να δρομολογηθεί ένα κατάλληλο σχέδιο δράσης. Αυτό επιτρέπει την καλύτερη οργάνωση των δράσεων και διασφαλίζει ότι δεν θα ξεχαστούν κάποιες από αυτές στην πορεία, ενώ διευκολύνει και την εκ των υστέρων εκτίμηση των ενεργειακών οφελών που επιτεύχθηκαν χάρη στην κάθε δράση ξεχωριστά.

Ένα τυπικό πρόγραμμα δράσης ενεργειακής διαχείρισης περιλαμβάνει τα εξής:

Απαιτείται μία ενεργειακή επιθεώρηση για την εκτίμηση της τρέχουσας κατάστασης του κτιρίου.

Πρέπει να εκτελούνται πρωτίστως τα απλά μέτρα εξοικονόμησης και η σωστή συντήρηση. Με αυτά είναι ενδεχόμενο να εξαλειφθεί ένα μεγάλο ποσοστό από τις πιο δαπανηρές δράσεις.

Τα μέτρα αυξημένου κόστους πρέπει να αποδεικνύουν ότι είναι οικονομικώς βιώσιμα, πριν από την εφαρμογή τους. Ειδάλλως, τα χρήματα μπορούν να διοχετευθούν σε κάποια άλλη κατεύθυνση, όπου θα είναι πιο χρήσιμα.

  


  ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ  



Η συμπεριφορά του χρήστη, κατοίκου ή εργαζομένου ενός κτιρίου είναι ένας κρίσιμος παράγοντας επιτυχίας οποιουδήποτε προγράμματος ενεργειακής διαχείρισης.

Ο χρήστης συχνά καθορίζει το προφίλ της ενεργειακής κατανάλωσης και είναι εκείνος που τελικά θα επιβεβαιώσει με τον καθημερινό τρόπο ζωής και δράσης του τις προβλέψεις των όποιων μελετών για εξοικονόμηση ενέργειας από την εφαρμογή μέτρων νοικοκυρέματος ή ριζικής επέμβασης στο κέλυφος και τις εγκαταστάσεις.

Ιδιαίτερη σημασία στην εξοικονόμηση ενέργειας η οποία μπορεί επιτευχθεί σε ένα κτίριο, έχει η ενεργειακή συμπεριφορά του χρήστη. Από την μη ορθολογική χρήση του κτιρίου και των συστημάτων του, μπορεί να μειωθεί σημαντικά η ενεργειακή απόδοση ενός κτιρίου.

Αν, για παράδειγμα, ένα νότιο παράθυρο καλυφθεί από εξωτερικό σκίαστρο ή κουρτίνα, δεν θα αποδώσει ικανοποιητικά ως ηλιακό σύστημα.




Αντίστοιχα, αν, κατά τη διάρκεια των ζεστών ημερών το καλοκαίρι, δεν ανοίγονται παράθυρα ή φεγγίτες για νυχτερινό αερισμό, αλλά το κτίριο αερίζεται κατά τη διάρκεια των ζεστών ορών της ημέρας, ή αν τα παράθυρα δεν σκιάζονται επαρκώς, θα έχουμε συσσώρευση θερμότητας και υπερθέρμανση στο κτίριο.

Αν, πάλι, το χειμώνα το κτίριο αερίζεται υπερβολικά ή υπάρχει σημαντική διαφυγή αέρα από τις χαραμάδες, το κτίριο θα απαιτεί πολύ περισσότερη ενέργεια για να θερμανθεί. Αν, τέλος, χρησιμοποιούμε αλόγιστα τις ηλεκτρικές συσκευές ή αντί για τη χρήση ανεμιστήρων οροφής καταφεύγουμε άμεσα στα κλιματιστικά, θα υπερκαταναλώνουμε ηλεκτρική ενέργεια, με όλες τις οικονομικές και περιβαλλοντικές συνέπειες.Ο απλός χρήστης έχει συνήθως πολύ περιορισμένη αντίληψη για τα ειδικά προβλήματα που αντιμετωπίζει το πρόγραμμα ενεργειακής διαχείρισης.

Αντιλαμβάνεται το όποιο πρόβλημα που σχετίζεται με την χρήση της ενέργειας μόνο μετά την εμφάνιση δυσλειτουργιών των εγκαταστάσεων και βλαβών τοπικού εξοπλισμού, την αίσθηση αδικαιολόγητου ψύχους, ζέστης και κακού φωτισμού και τη μη λειτουργία συσκευών.


Εργαζόμενοι και κάτοικοι σε ένα κτίριο, συνήθως αδρανούν στο να αντιμετωπίσουν ορθολογικά ή και να προλάβουν την αιτία τέτοιων προβλημάτων, έχοντας κατά κανόνα στραμμένη την προσοχή τους σε παραγωγικές εργασίες. Αλλες φορές οι “διορθωτικές” ενέργειες στις οποίες προβαίνουν για την βελτίωση της θερμικής και οπτικής τους άνεσης, έχουν ενεργειακά αρνητικότερο από πριν αποτέλεσμα. Για παράδειγμα, συχνά σε περιπτώσεις χειμερινής ή θερινής υπερθέρμανσης, ανοίγονται τα παράθυρα παράλληλα με τη λειτουργία της κεντρικής θέρμανσης ή κάποιας κλιματιστικής μονάδας. Επίσης δεν ανοίγονται υπάρχουσες διατάξεις σκίασης (κουρτίνες, στόρια) ώστε να διευκολυνθεί η είσοδος φυσικού φωτός σε ηλιόλουστες χειμερινές μέρες, με αποτέλεσμα την υπερβολική χρήση του ηλεκτροφωτισμού.

Σε κτίρια του τριτογενούς τομέα (γραφεία, εμπορικά, ξενοδοχεία, κ.λ.π.), συχνά η αποδοτική λειτουργία των ενεργειακών συστημάτων απαιτεί εγκατάσταση συστημάτων ελέγχου και αυτοματισμού, καθώς είναι δυσχερής η συμβολή του χρήστη στη λειτουργία των συστημάτων.
Μια τελευταία παράμετρος για εξασφάλιση της βέλτιστης ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων και για τη μείωση των προβλημάτων, που συνήθως δημιουργούνται με το χρόνο και τη χρήση των συστημάτων, αποτελεί η τακτική συντήρηση του κτιρίου και των συστημάτων του. Ο ρόλος του ιδιοκτήτη του κτιρίου σε αυτό είναι καθοριστικός και εξαρτάται κατά πολύ από την ενεργειακή του συνείδηση.


Συστήματα Ενεργειακής Διαχείρισης

Η εγκατάσταση ενός συστήματος ενεργειακής διαχείρισης (Building Energy Management System – BEMS) έχει σκοπό την επιτήρηση ή και τον αυτόματο έλεγχο των ηλεκτρολογικών και μηχανολογικών εγκαταστάσεων ενός κτιρίου, ώστε να είναι δυνατή η ρύθμιση παραμέτρων και η ανάλυση δεδομένων όλων των εγκαταστάσεων από ένα σταθμό ελέγχου. Παράλληλα, είναι δυνατή η παρακολούθηση και καταγραφή της ενεργειακής συμπεριφοράς των συστημάτων που είναι εγκατεστημένα στο κτίριο, καθώς και η δημιουργία αρχείου με στατιστικά στοιχεία.

Το σύστημα βασίζεται σε διάφορα πρωτόκολλα επικοινωνίας, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται και το σύστημα EIB (EUROPEAN INSTALLATION BUS).

Τα σημαντικότερα συστήματα που μπορεί να παρακολουθεί και να ελέγχει ένα σύστημα ενεργειακής διαχείρισης σε ένα κτίριο είναι τα εξής:
Συστήματα Κλιματισμού - θέρμανσης

Παθητικά συστήματα (αίθρια, αερισμός κλπ.)

Εγκατάσταση φωτισμού

Συστήματα δροσισμού

Ηλεκτρικές καταναλώσεις

Ποιότητα αέρα

Εγκαταστάσεις ασφαλείας
Το σύστημα αποτελείται από ένα Κεντρικό Σταθμό Παρακολούθησης και Ελέγχου, τα αισθητήρια όργανα, τις συσκευές εκτέλεσης εντολών, καθώς και τις συνδετήριες καλωδιώσεις. Ο προγραμματισμός και ο χειρισμός του συστήματος γίνεται μέσω του κεντρικού σταθμού ελέγχου.

Σε ορισμένους τομείς, η λειτουργία και η επιλογή διαφόρων καταστάσεων γίνεται μέσω επιμέρους χειριστηρίων, τα οποία διαθέτουν επιλογείς καταστάσεων.